... έρχεται από τα παλιά, τα πολύ παλιά.
Έχουμε μοιραστεί ψωμί κι αλάτι, όνειρα, αγωνίες, κοινές προσπάθειες, μυστικά και ψέματα. Είχαμε όμως και έχουμε συγκρούσεις, σφοδρές και ανελέητες.
Έχουμε μοιραστεί ψωμί κι αλάτι, όνειρα, αγωνίες, κοινές προσπάθειες, μυστικά και ψέματα. Είχαμε όμως και έχουμε συγκρούσεις, σφοδρές και ανελέητες.
Ο Κώστας είναι απέναντι μου πολιτικά. Μπορεί και να είναι δική μου ευθύνη που τον έβαλα απέναντι γιατί ποτέ δεν μπόρεσα να συμμεριστώ τον Σημιτικό εκσυγχρονισμό . Δεν ξέρω.
Αυτό που ξέρω ωστόσο είναι πως σε κάθε περίπτωση, ακόμα και τη στιγμή της πιο τυφλής σύγκρουσης ο Κώστας ήταν για μένα ο ΚΩΣΤΑΣ. Μια αυθόρμητη παιδική ψυχή. Με τα πείσματα και τα θέλω και την ανιδιοτέλεια και τα όνειρα και τους εφιάλτες των παιδιών. Και τέτοιος παραμένει. Ένας αντίπαλος φίλος, ριζωμένος για πάντα στην καρδιά μου. Ότι κι αν γίνει, όπως κι αν γίνει.
Σερφάροντας στο διαδίκτυο βρήκα αυτό του το κείμενο. Με άγγιξε. Έστω κι αν, υποψιασμένος για το ποιοι είναι οι άλλοι συμμετέχοντες στη μάζωξη που περιγράφει, εύχομαι να ΜΗΝ έχουν αίσιο αποτέλεσμα οι μαζώξεις τους αυτές.
Του Κώστα Καραγιαννάκη.
Περασμένα μεσάνυχτα. Η βροχή ήταν έντονη. Κέντρο της Αθήνας.
Σε ένα παράδρομο των Εξαρχείων μερικές σκιές κινούνται με γοργό βήμα. Από διαφορετικά σημεία προσεγγίζουν την ταβέρνα με το όνομα «Η Αμυγδαλιά». Όλοι τους με λιγότερα ή περισσότερα άσπρα μαλλιά. Ο Θεογένης είναι σκεφτικός. Συνδέει το όνομα της ταβέρνας με το περιεχόμενο της μετά - μεσονύκτιας συνάντησης τους. Σκοπός τους είναι να ξεκινήσουν την προσπάθεια να ανθίσει και πάλι η πολιτική. Να ανθίσει η πολιτική τους πρόταση μέσα στη βαρύ πολιτικό χειμώνα που ζει η χώρα. Να φέρει πρόωρα την άνοιξη στο πολικό πολιτικό τοπίο. Σαν την Αμυγδαλιά. Που και που κοιτούν πίσω τους. Το μόνο που τους ακολουθεί είναι η σκιά τους. Ένας ένας πλησιάζουν την πόρτα της κλειστής ταβέρνας. Ο Σιμός είναι από νωρίτερα μέσα στην ταβέρνα. Ο ιδιοκτήτης σύντροφος από παλιά του είχε δώσει τα κλειδιά και είχε αποχωρήσει διακριτικά. Έτσι και αλλιώς η ταβέρνα θα έμενε κλειστή για τους πελάτες.
Τρία συνεχόμενα κτυπήματα στην πόρτα. Άψυχος ωτακουστής των συνθηματικών που ανταλλάσσονται ψιθυριστά είναι μόνο η πόρτα, που ανοιγό – κλείσε βιαστικά δέκα φορές. Οποίος έμπαινε, κατευθυνόταν βιαστικά στο μοναδικό σημείο του μαγαζιού που φωτιζόταν ελάχιστα, τινάζοντας τα βρεγμένα ρούχα και τρίβοντας τα παγωμένα χέρια του. Γύρω από το τραπέζι έντεκα καρέκλες. Πάνω στο τραπέζι μερικά πιάτα με μεζέδες και κρασί. Προσφορά και αυτά του ιδιοκτήτη της ταβέρνας. Μέχρι να συμπληρωθεί η ενδεκάδα μιλούσαν μεταξύ τους και αντάλλασσαν τις πληροφορίες που είχε ο καθένας από τον χώρο δράσης του. Ο Φιλοποίμην πέταξε κάποια στιγμή μια ατάκα για την θεωρία του Αϊνστάιν και το τρέξιμο γύρω από το δέντρο, που τους έκανε όλους να γελάσουν δυνατά. Η ενδεκάδα δεν άργησε να συμπληρωθεί και ο Σίμος ξεκίνησε πρώτος να μιλάει.
Περιέγραψε σύντομα την πολιτική κατάσταση και τους τρεις εναλλακτικούς δρόμους που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν. Όταν τελείωσε, τον λόγο πήρε ο Βίκτορας. Με πολύ φορτισμένο και σκληρό τόνο είπε την άποψη του. Σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού που έκανε για να έρθει στη συνάντηση, τα σκεφτόταν και τώρα πια που τα είχε βγάλει από μέσα του, είχε ηρεμήσει. Ο Διομήδης ακολούθησε αλλά ο δικός του τόνος ήταν ήρεμος λόγω χαρακτήρα. Οι απόψεις του ταυτίζονταν με του Βίκτορα. Ήταν η σειρά του Βλαδίμηρου. Τα ήξεραν όλα είπε. Είχαν ενημερωθεί αναλυτικά και για την κατάσταση και για το τι έπρεπε να κάνουν. Ήμουν παρών. Το έζησα από μέσα. Αγνόησαν τα πάντα και ακολούθησαν την διατεταγμένη αποστολή τους. Όλων τα μάτια άστραψαν. Τα γνώριζαν αυτά σαν κουβέντες που διαδιδονταν από στόμα σε στόμα αλλά ήταν διαφορετικό ένας από την παρέα να επιβεβαιώνει τα γεγονότα. Πρέπει να πληρώσουν όλοι τους πετάχτηκε ο Τάσος. Πίσω από το ήρεμο πρόσωπο του κρυβόταν η οργή. Πρέπει να συγκροτηθούμε οργανωτικά και να ξαναστήσουμε τον ιστό μας σε όλη την Ελλάδα είπε ο Καλλίνικος. Έχουμε δύναμη και πρέπει να την ενεργοποιήσουμε συνέχισε. Ο Συμεών έφερε στο μυαλό του την τελευταία τους προσπάθεια που είχε άδοξο τέλος. Την θύμισε σε όλους και τα μάτια τους χαμήλωσαν. Τους είχε κοστίσει πολιτικά και όχι μόνο, αυτή η ατελέσφορη κίνηση τους. Αν είχαμε προχωρήσει τότε, σήμερα όλα θα ήταν διαφορετικά. Κάποιοι λιγοψύχησαν, δεν μπορούσαν να σηκώσουν το φορτίο είπε χαμηλόφωνα. Άτυπα όλοι τους είχαν αποδεχθεί αυτή την εκδοχή αν και στο πίσω μέρος του μυαλού τους ήξεραν ότι τα γεγονότα δεν ήταν έτσι ακριβώς.
Μου έστειλε μήνυμα ότι συμφωνεί μαζί μας ο ……… είπε ο Αγήνωρ! Τα δυνατά γέλια όλων σκέπασαν το όνομα και έδιωξαν τη μελαγχολία από την παρέα. Αυτός συμφωνεί με όλους και με όλα. Και τα αντίθετα να λέγαμε πάλι θα συμφωνούσε, συνέχισε χαμογελώντας. Είναι δύσκολο να καταλάβει ότι δεν είμαστε σαν τα ορφανά που του πάσαρε ο άλλος φεύγοντας. Η κουβέντα συνεχίστηκε για αρκετή ώρα. Σε λίγο θα ξημέρωνε. Είμαι χαρούμενος έκλεισε την κουβέντα ο Κλεομένης. Μέσα από την κουβέντα μας δεν προέκυψε μόνο η συναντίληψη που έχουμε για την πολιτική κατάσταση αλλά και η διάθεση να συνεχίσουμε την πορεία μας. Μπορεί να είναι το τελευταίο μας ζεϊμπέκικο όπως έλεγε ένας σύντροφος που δεν είναι πια μαζί μας αλλά σίγουρα θα είναι μακρύ.
Ο κύκλος της κουβέντας είχε κλείσει. Σηκώθηκαν ένας ένας για να φύγουν αφού κανόνισαν την επόμενη συνάντηση τους. Τελευταίος έκλεισε την πόρτα ο Σίμος. Έπρεπε να δώσει τα κλειδιά στον ιδιοκτήτη. Η βροχή συνεχιζόταν. Το μάτι του έπεσε σε μια αφίσα που είχε μισό - ξεκολλήσει από τον τοίχο. Το πρόσωπο στην αφίσα δεν φαινόταν αλλά τα μεγάλα γράμματα ξεχώριζαν όπως και η παρέμβαση που είχε κάνει κάποιος άγνωστος με μαύρο μαρκαδόρο :
ΣΥΓΝΩΜΗ
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
ΜΕ ΤΙΣ ΥΓΕΙΕΣ ΣΑΣ
ΣΥΓΝΩΜΗ
ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ
ΜΕ ΤΙΣ ΥΓΕΙΕΣ ΣΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου