Τρίτη, Νοεμβρίου 25, 2014

ΝΑ ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ ΚΑΙ ΝΑ ΣΚΕΦΤΟΥΜΕ...

...πως πρέπει  να εμπιστευτούμε τους νέους, δηλαδή τους εαυτούς μας πριν 30-40 χρόνια.



Ένα από τα προβλήματα που θα πρέπει να λύσει σε λίγο καιρό ο Γιώργος Παπανδρέου θα είναι αυτό του συνωστισμού. Όχι αυτόν της Σμύρνης αλλά του πολιτικού συνωστισμού γύρω από το πρόσωπό του, τις προτάσεις του και τις πρωτοβουλίες του. Γιόμισαν με Παπανδρεϊκούς οι ρούγες και τα μεϊντάνια.  Αυτό όμως είναι δικό του πρόβλημα, «ας πρόσεχε» που λένε και στο χωριό μου το Μενίδι. Αν καθόταν «ήσυχος» όπως τον συμβούλευε ο Βαγγέλης, ούτε ο ΔΟΛ ούτε ο Μπόμπολας ούτε ο Γρηγοράκος θα τον έβριζαν. Άσε που θα είχε  νεκρή φύση γύρω του και θα έμπαινε ζωγραφιστός και δοξασμένος στα Μουσεία. (πληροφόρηση ΔΕΝ έχω σχετική αλλά υποψιάζομαι ότι θα πρέπει να ήταν πολύ άτακτος στο σχολείο ο ΓΑΠ…)

Είναι προφανές όμως και στον πλέον αδαή ότι η επιστολή Παπανδρέου στον Βενιζέλο πυροδότησε εξελίξεις χωρίς επιστροφή. Χιλιάδες πολίτες σε όλη τη χώρα, μέλη, οπαδοί, ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ  και όχι μόνο προσβλέπουν σε ένα νέο ξεκίνημα. Μια καινούργια αφετηρία που θα δώσει νόημα στην συλλογική δράση και θα φέρει και πάλι στην επιφάνεια όνειρα, ελπίδες και σχέδια για μια καλύτερη πατρίδα, ένα πιο φωτεινό αύριο με δικαιοσύνη και αλληλεγγύη για όλους.
Για να γίνει όμως το αύριο πραγματικό και όχι εικονικό χρειάζεται φαντασία, φρεσκάδα, ορμή, ανιδιοτέλεια και κάποιες φορές ακόμα και πολιτική αποκοτιά. Χαρακτηριστικά που σε γενικές γραμμές μιλώντας εντοπίζονται στους νέους.

Εμείς οι παλαιότεροι, οι –ηντα plus εννοώ, έχοντας ζήσει πολλά και αντιφατικά και αμφιλεγόμενα σε κάποιες περιπτώσεις, έχουμε την κατανοητή και φυσική τάση να θέλουμε να «σιγουρέψουμε» τα πάντα. Και είναι αυτός ο λόγος που αντιμετωπίζουμε με υφέρπουσα καχυποψία  νέους ανθρώπους που παίρνουν πολιτικές πρωτοβουλίες.
Η αλήθεια ωστόσο είναι πως η θεμιτή αγωνία μας για την ενδεχόμενη υπονόμευση της όποιας προσπάθειας μπορεί αν κακοφορμίσει να μετατραπεί σε παράγοντα ανάσχεσης και ακύρωσης μιας νέας αφετηρίας.

Θέλω να καλέσω τους συντρόφους και τις συντρόφισσες της γενιάς μου και τους μεγαλύτερους να θυμηθούμε και να σκεφτούμε.

Να θυμηθούμε πως το ΠΑΣΟΚ γεννήθηκε από την ανταπόκριση μας, νέων παιδιών τότε, στο κάλεσμα του Ανδρέα. Δεν ξέραμε πολλά πράγματα, δεν μας ήξερε κανείς, ανταποκριθήκαμε στο κάλεσμα και φτιάξαμε  τις οργανώσεις. Ασφαλώς και υπήρχαν μεγαλύτερες ηλικίες αλλά ήταν πολύ μικρότερος ο αριθμός τους στα πρώτα βήματα.

Να θυμηθούμε τη φαντασία, το κέφι, τα όνειρα, το πείσμα, το θάρρος, την «ασέβεια» σε κάθε τι κατεστημένο, τις μικρές επαναστάσεις, τις πρωτοβουλίες ακόμα και απέναντι κάποιες φορές στην καθοδήγηση του Κινήματος.

Να θυμηθούμε τα λάθη που έφερνε ο υπερβολικός ζήλος και η βιασύνη να τα αλλάξουμε όλα.
Να θυμηθούμε ότι ΟΛΟΙ και ΟΛΕΣ μας τότε στα 16 χρόνια μας, στα 18, στα 25 και στα 30 αποτελέσαμε την αιχμή του δόρατος για την μεγάλη και λυτρωτική για την πατρίδα και τον λαό μας εξέλιξη του  ΠΑΣΟΚ.

Να θυμηθούμε ότι και τότε οι μεγαλύτεροι πότε γκρίνιαζαν, πότε μας αμφισβητούσαν και καμιά φορά μας υποπτεύονταν. Κι όμως η συντριπτική πλειοψηφία όλων των νέων και άγνωστων αγοριών και κοριτσιών τότε ήταν αυτή που τροφοδότησε και δημιούργησε την  δυναμική του ΠΑΣΟΚ .

Να σκεφτούμε ότι και σήμερα, όσο κι αν η ιστορία ΔΕΝ επαναλαμβάνεται, βρισκόμαστε σε συνθήκες που κυοφορούν το νέο. Την συνταγή την ξέρουμε. Έχουμε τον ηγέτη που έχει βάλει το καθοριστικό περίγραμμα των αναγκαίων θέσεων και προτάσεων για μια νέα αρχή.

Να σκεφτούμε και πάλι όπως τότε και να εμπιστευτούμε τους νέους ανθρώπους, να εμπιστευτούμε ο ένας τον άλλο, έξω και πέρα από ηλικία, καταγωγή, χρώμα, φύλο, επάγγελμα, μόρφωση. 

Να σκεφτούμε και πάλι όπως τότε και  να δούμε μόνο τις πολιτικές θέσεις και την πολιτική και κοινωνική δράση και πράξη του καθένα μας και με αυτό να αξιολογήσουμε και να εμπιστευθούμε ο ένας τον άλλον.

Να σκεφτούμε πως αν τότε το 1974 η νεολαία της εποχής, ΕΜΕΙΣ ΔΗΛΑΔΗ, είχαμε υποταχθεί στα κελεύσματα και τις συντηρητικές «συμβουλές» των παλιότερων συντρόφων, αν δεν είχαμε σύμμαχο την εμπιστοσύνη και την αγάπη του Ανδρέα στους νέους ανθρώπους, το ΠΑΣΟΚ ποτέ δεν θα γινόταν αυτό που έγινε.

Να τα θυμηθούμε λοιπόν όλα αυτά και να σκεφτούμε ότι τελικά πρέπει να εμπιστευθούμε τις νέες γενιές που διεκδικούν να μπουν στο προσκήνιο με το δικό τους τρόπο, με τη δική τους ψυχή και μυαλό και να αλλάξουν τον κόσμο γύρω τους. Γιατί στο κάτω κάτω έχουν το δικαίωμα να έχουν έναν λόγο παραπάνω για έναν κόσμο στον οποίο εκείνοι και εκείνες θα ζήσουν αντικειμενικά πολλά χρόνια μετά από μας.

Και βεβαίως η εμπιστοσύνη που πρέπει να δείξουμε πρέπει να συμβαδίζει  με την ειλικρίνεια. Γιατί θα πρέπει ταυτόχρονα να είμαστε ειλικρινείς εμείς οι μεγαλύτεροι σε αυτό που σκεφτόμαστε και να καταθέτουμε την άποψή μας με νεανική ορμή και πάθος όταν διαφωνούμε.

Να εμπιστευτούμε λοιπόν τους νέους που παίρνουν πολιτικές πρωτοβουλίες και σταθούμε δίπλα τους.

Να εμπιστευτούμε δηλαδή τους εαυτούς μας και αυτό που κάναμε κάποτε.

Τρίτη, Νοεμβρίου 11, 2014

ΒΙΒΛΙΑ και ΕΝΟΧΕΣ...

... μια απόφαση δύσκολη αλλά λυτρωτική.




Κοιτάζω κατά καιρούς την βιβλιοθήκη μου. Εκατοντάδες βιβλία με κοιτάζουν κι εκείνα. Κάθε μέρα, κάθε εβδομάδα, κάθε χρόνο. Και τα χρόνια περνάνε.
Ποια είναι η αξία του βιβλίου; Πόσο διαρκεί;

Η αξία του βιβλίου, έχω καταλήξει πια, είναι το περιεχόμενό του και αυτό που σου αφήνει όταν διαβάσεις και την τελευταία σελίδα του. Μετά τέλος.  Η όποια αξία  του για σένα έχει καταγραφεί και ενσωματωθεί. Όσο παραμένει στην κατοχή σου από το σημείο αυτό και μετά είναι ουσιαστικά άχρηστο. Παραμένει απλώς ως ένδειξη-απόδειξη ότι ξέρεις το περιεχόμενό του. Παράσημο ματαιοδοξίας.

Τα περισσότερα βιβλία τα διαβάζεις μια φορά και αυτό ήταν. Κάποια τα αρχίζεις και δεν τα τελειώνεις ποτέ. Κάποια άλλα ελάχιστα τα διαβάζεις και τα ξαναδιαβάζεις και δεν θέλεις να τα αποχωριστείς ποτέ γιατί νοιώθεις ότι είναι η ασφάλεια και το καταφύγιο σου στα πολύ δύσκολα. Αυτά όμως είπαμε είναι πολύ λίγα, ελάχιστα. Με τα πολλά άλλα, τα περισσότερα τι κάνεις;

Τα βιβλία για μένα ήταν για πολλά πάρα πολλά χρόνια φετίχ. Δεν ήθελα να τα χάνω, δεν ήθελα να τα δανείζω. Άργησα να καταλάβω ότι η όποια αξία του σε ότι με αφορά θα χαθεί μαζί μου. Όλα όσα ένοιωσα και  έμαθα διαβάζοντας ένα βιβλίο αντανακλούν σε ένα βαθμό αυτό που είμαι και αυτό που κάνω κάθε μέρα για όσο καιρό θα μπορώ να είμαι και να κάνω.

Και τι σε πειράζουν τα βιβλία στην βιβλιοθήκη θα μου πείτε. Έχεις πρόβλημα χώρου;  
Όχι δεν έχω πρόβλημα χώρου. Το αντίθετο θα έλεγα.

Ενοχές έχω που χρόνο με το χρόνο  πολλαπλασιάζονται.

Γιατί  γίνεται όλο και πιο έντονη η πεποίθηση μου πώς αν  πραγματικά αγαπάω τα βιβλία τότε πρέπει να τους δώσω πίσω τη ζωή τους. Να τα απελευθερώσω. Γιατί τα βιβλία ξαναποκτούν ζωή και αξία όταν διαβάζονται και πάλι από άλλα μάτια, μυαλά, ψυχές. Ξανα-γεννιούνται  και ξανα-προσφέρουν και ξανα-δημιουργούν. Γιατί κάθε αναγνώστης νοιώθει, καταλαβαίνει, ονειρεύεται, συλλογίζεται  διαφορετικά το περιεχόμενο του ίδιου βιβλίου από τον προηγούμενο ή τον επόμενο αναγνώστη.
Το ίδιο βιβλίο διαβασμένο από χίλιους ανθρώπους δίνει χίλιες τουλάχιστον εκδοχές δημιουργικής επεξεργασίας.

Τα διαβασμένα βιβλία στην βιβλιοθήκη μας είναι βιβλία φυλακισμένα και νεκρά. Πέρα από εκείνα τα λίγα που κάποιος τα χρησιμοποιεί ξανά και ξανά, τα βιβλία «αναφοράς» δηλαδή που συνεχίζουν να ζουν επειδή προσφεύγουμε διαχρονικά σε αυτά, όλα τα άλλα υποφέρουν απαξιωμένα, βουβά, φυλακισμένα στο όνομα της «ιδιοκτησίας» ή και της  ματαιοδοξίας.

Πήρα λοιπόν την απόφαση να διαθέσω τα περισσότερα από τα βιβλία της βιβλιοθήκης μου. Γεννήθηκε αμέσως το ερώτημα. Πού και σε ποιους;
Από το αδιέξοδο με έβγαλε η Χρυσάνθη η γυναίκα του Αντώνη. Μου υπέδειξε τις Γυναικείες Φυλακές, κάποιες συγκεκριμένες φυλακές. Φυλακές που υπάρχουν και παιδιά μέχρι 18 ετών.

Πήρα την απόφαση και μπορεί να φανεί  ή και να είναι γελοίο αλλά ψιλοσυγκινήθηκα. Χαρμολύπη πρέπει να είναι η λέξη που το περιγράφει. Αποχωρίζεσαι κάτι που αγαπάς και πονάς αλλά ξέρεις ότι του ξαναδίνεις ζωή και προοπτική.

Και ξέρεις ακόμα ότι κάπου μακριά ένας συνάνθρωπος φυλακισμένος μπορεί να διαβάσει αυτό που χάρισες και να δραπετεύει σε κόσμους  καλύτερους. Ότι μπορεί με ένα βιβλίο, έστω για κάποιες ώρες, να του προσφέρεις μια αγκαλιά και ένα χάδι. Και ποιος ξέρει  μπορεί  ένα βιβλίο να γίνει μέχρι και αφετηρία μιας άλλης ζωής.

Αυτά.