Πέμπτη, Ιανουαρίου 03, 2013

Ο ΧΑΡΟΣ ΕΒΑΛΕ ΤΡΙΠΟΝΤΟ...





Θυμάμαι την τελευταία φορά που μιλήσαμε στο τηλέφωνο. Συζητήσαμε για το πρόβλημά του. Γενναίος, αξιοπρεπής, λεβέντης όπως πάντα.

Τον φίλο και συνάδελφο Νίκο τον γνώρισα στο Ασήμι όπου δουλέψαμε για ένα διάστημα μαζί στα τέλη της δεκαετίας του 80, αρχές του 90. Ήταν μια δύσκολη περίοδος για μένα όταν αρκούσε μια ανώνυμη καταγγελία ριγμένη βράδυ κάτω από την πόρτα της τράπεζας ότι τάχα μου ανήκω σε τρομοκρατική οργάνωση για να κινητοποιηθεί η επιθεώρηση και να κάνει τις …σχετικές έρευνες. Αρκούσε η καταγγελία του παπά διευθυντή του γυμνασίου του Τζερμιάδο ότι υποκινούσα την κατάληψη στο Γυμνάσιο για να σταλεί έκτακτη και ειδική επιθεώρηση στην θυρίδα του Τζερμιάδο που δούλευα για να με ρωτήσει, εγγράφως παρακαλώ, σε ποιο κόμμα ανήκω, αν είμαι στέλεχος του ΠΑΣΟΚ και τι θέση έχω σε αυτό, αν έχω σχέση με τρομοκρατικές και παράνομες οργανώσεις και άλλα φαιδρά.  Το τραγελαφικό μάλιστα ερωτηματολόγιο που μου υποβλήθηκε διαβάστηκε από τον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο στην εκπομπή του που είχε τότε στον ραδιοσταθμό ΩΧ FM με αποτέλεσμα φυσικά να γίνει ρόμπα η ΑΤΕ και να αναγκαστεί να βγει ζωντανά στην εκπομπή ο επιθεωρητής και να ζητήσει συγγνώμη μιλώντας για παρεξήγηση αλλά και για το «εξαίρετον» του χαρακτήρος μου.  Είναι ίσως η πρώτη και τελευταία πειθαρχική διαδικασία υπαλλήλου τράπεζας που συζητήθηκε και  ολοκληρώθηκε μέσω ραδιοφωνικής εκπομπής. (Παλιές ιστορίες που πρέπει ωστόσο κάποτε να ειπωθούν.)

Αναφέρω τα παραπάνω όμως γιατί θέλω να πω πως με τούτα και με τα άλλα  είχε δημιουργηθεί για μένα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα του επικίνδυνου για την δημόσια ασφάλεια εργαζόμενου που καλό θα ήταν κάθε νουνεχής συνάδελφος να μην είχε πολλά πολλά μαζί του. Ήμουνα και το αισθανόμουνα ολίγον περιθωριοποιημένος,

Η τότε εξουσία της ΑΤΕ  ωστόσο έκανε το ίδιο λάθος που κάνουν όλες οι εξουσίες μεθυσμένες στην ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας τους. Υποτίμησε τον παράγοντα άνθρωπο. Κι όταν κάποια στιγμή αποφάσισαν ότι μέσον πίεσης θα ήταν οι συνεχείς μετακινήσεις σε άλλο νομό  σε μικρές θυρίδες όπως το Ασήμι, πίστευαν ότι η απομόνωση θα ήταν πλήρης. Δεν υπολόγισαν καλά.Γιατί εκεί συνάντησα το Νίκο.

Εκεί λοιπόν στο Ασήμι γνώρισα τον Νίκο και την λεβεντιά του και το χαμόγελό του. Με τον Νίκο δεν κουβεντιάσαμε ποτέ πολιτικά. Η ζωή του ήταν το μπάσκετ, οι φίλοι του, η οικογένειά του. «Γκάλη» τον φώναζα και γελάγαμε.  Ο Νίκος όμως δεν μάσαγε, δεν καταλάβαινε από φήμες και πιέσεις. Ήταν άνθρωπος ανοιχτός, ευγενής, διακριτικός, διάφανος, καθαρός. Με δέχτηκε σαν αληθινός συνάδελφος, σεβάστηκε όσα πίστευα και έκανα έστω κι αν διαφωνούσε σε κάποια , με δέχτηκε όπως ήμουνα. Κάναμε παρέα, γελάσαμε μαζί, εξομολογηθήκαμε ο ένας στον άλλο τους φόβους, τις αγωνίες, τις ελπίδες και τα όνειρά μας. Μαζί με τον προϊστάμενο της θυρίδας Ασημίου τον συνάδελφο Γιώργο Πρατικάκη με στήριξαν όσο λίγοι σε μια από τις δύσκολες περιόδους της ζωής μου. Ποτέ δεν τους είπα πόσο σημαντικό ήταν  για μένα. Και μετανιώνω γι αυτό.

Λίγο αργότερα μετακινήθηκα στην Νεάπολη Λακωνίας και το 93 γύρισα επιτέλους σπίτι μου στην Αθήνα. Σποραδικά μιλούσαμε στο τηλέφωνο με τον Νίκο, καμιά φορά τον συναντούσα στις περιοδείες του Συλλόγου και του Ταμείου. Χαιρόμουνα για την εξέλιξή του, λέγαμε βιαστικά τα νέα μας και δίναμε ραντεβού για την επόμενη φορά. Ποτέ όμως δεν κατάφερα να ευχαριστήσω το Νίκο όπως ήθελα και έπρεπε για τη φιλία του και τη στήριξη του σε εποχές δύσκολες. Πάντα έλεγα ότι την επόμενη φορά θα βρούμε χρόνο να τα πούμε με την ησυχία μας.

Και τώρα ο Νίκος έφυγε. Υπερήφανος, αγωνιστής, έντιμος, αξιοπρεπής.

Κι εγώ έμεινα να μετράω τα χαμόγελα των ανθρώπων που χάνονται χωρίς να προλάβω να τους πω αυτά που ήθελα, να τους μιλήσω γι αυτά που τους χρωστάω...

Κι εγώ είμαι εδώ να συλλογιέμαι την αφροσύνη μου και την ασυγχώρητη επιπολαιότητα να αμελήσω να αγκαλιάσω για ένα ευχαριστώ ανθρώπους που στάθηκαν πλάι μου όταν το χρειαζόμουν.

Καλό σου ταξίδι Νικόλα, ξέρω ότι τώρα θα χαμογελάς. Ξέρω πως όταν έρθει και  η σειρά μου θα με περιμένεις παλιόφιλε με τις ρακές στο τραπέζι. Καλή αντάμωση.

ΥΓ  Έχω χάσει δυστυχώς τη φωτογραφία  απο το Ασήμι που πληρώνουμε επιδοτήσεις ο Νίκος, ο Γιώργος κι εγώ με μεγάλα  νάυλον στα κεφάλια μας   ενω ακριβώς απο πάνω μας επισκεύαζε το ταβάνι ο μάστορας... 

1 σχόλιο:

Dimitris Rousounelos είπε...

Όχι πως δεν τον θέλουμε, οι άνθρωποι, όσο ζούμε τον καλό τον λόγο, αλλά και τώρα ακόμα, ή μάλλον και τώρα καλύτερα ακόμα γιατίστις βαλίτζες του ο καθένας μας φεύγοντας δεν παίρνουμε τίποτ' άλλο παρά όσα αφήσαμε πίσω αποτυπώματα σε ψυχές ανθρώπων, φίλων και μη!
Γερός και δυνατός να θυμάσαι τις διαδρομές, τις αγκαλιές και τα χαμόγελα που γνώρισες, Αλέκο!